Π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος : '' Ορθόδοξη καί αιρετική Αποτείχιση ''.



 Είχε δυνατή πένα ο μακαριστός π. Επιφάνιος .
Αιωνία τού η μνήμη . 









Οικουμενισμός -  Ζηλωτισμός , τά δύο άκρα .
'' Επιστολή β΄ πρός π. Νικόδημον ''


Ἐν Ἀθήναις τὴ 22α Ἰουλίου 1971

Προσφιλέστατε μοὶ π. Νικόδημε ,
χαῖρε ἐν Χριστῷ Ἰησοὖ Τῷ Κυρίω ἠμῶν.


Παρῆλθε διάστημα πλέον τοὖ μηνὸς ἀφ' ἢς ἔλαβον τὴν ἐπιστολήν σου. Ἐβράδυνα νὰ ἀπαντήσω, λόγο φόρτου ἀπασχολήσεων. Παρακαλῶ σύγγνωθί μοι.
Ἀπαντῶ συνεπτυγμένως πως, ἐπιφυλασσόμενος νὰ ἐπανέλθω, ἅν ἡ Ὁσιότης σου θελήση νέας διευκρινήσεις.
Ἐν πρώτοις, φίλτατε π. Νικόδημε, ὀφείλω νὰ σοι εἴπω μίαν πικρᾶν ἀλήθειαν, ἤτις θὰ σοι φανῆ πλέον ἡ παραδόξως καὶ θὰ σὲ ἐκπλήξη. Μέχρι σήμερον ἀπέφευγον -οἰκονομία χρώμενος- νὰ διατυπώσω αὐτὴν τὴν θέσιν ἡ διετύπουν αὐτὴν συνεσκιασμένως, ἀλλ’ ἤδη, ὁπότε τὰ πράγματα ἔφθασαν εἰς τὸ μὴ περαιτέρω καὶ πρόσωπα ἐκλεκτὰ ἀλλ’ ἔχοντα ἀτυχῶς περιδεῆ συνείδησιν- προσχωροὖν εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας, πίπτοντα θύματα μίας ἀδιστάκτου προπαγάνδας κατὰ τῆς ἐκκλησίας, εἶνε καιρὸς νὰ λεχθῆ ἡ ἀλήθεια ἄνευ περιστροφῶν καὶ ἄνευ ἐπιφυλάξεων.
Λοιπόν, π. Νικόδημε, ὅσοι, φοβούμενοι τὸν Οἰκουμενισμόν, προσχωροὖν εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας, δὲν κερδαίνουν ἄλλο τί, εἰμή, φεύγοντες μίαν αἵρεσιν, προσχωροὖν εἰς μίαν ἄλλην. Βεβαίως, δὲν ἔχουσι συνείδησιν ὅτι προσχωροὖν εἰς αἵρεσιν, ἀλλὰ τοὖτο οὐδαμῶς μεταβάλλει τὰ πράγματα.
Ἄκουσον ἕνα διάλογον, τὸν ὅποιον εἶχον πρὸ καιροὖ μεθ' ἑνὸς ἐκλεκτοὖ νέου, προσχωρήσαντος εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας:
—Διατί ἔφυγες ἐκ τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας;
—Ἴνα μὴ κοινωνῶ μετὰ τῶν αἱρετικῶν οἰκουμενιστῶν.
—Πάντες οἱ Ἐπίσκοποι της Ἑλλάδος εἶνε οἰκουμενισταί;
—Ὄχι, ὄχι! Ἄλλα κοινωνοὖν μετὰ τοὖ οἰκουμενιστοὖ Πατριάρχου. Δὲν θέλω λοιπὸν νὰ ἔχω κοινωνίαν μετὰ προσώπων κοινωνούντων τοῖς αἱρετικοῖς οἰκουμενισταῖς.
—Πιστεύεις ὅτι τὸ ἡμερολόγιον εἶνε Δόγμα Πίστεως καὶ ὅτι οἱ Νεοημερολογίται εὑρίσκονται ἐκτὸς Χάριτος καὶ χρήζουσιν, ὡς οἱ ἐξ αἱρετικῶν ἐπιστρέφοντες, ἀναμυρώσεως;
—Θεὸς φυλάξαι! Ἐγώ οὐδαμῶς πιστεύω αὐτᾶς τὰς ἀνοησίας τῶν Παλαιοημερολογιτῶν. Ἐγώ προσεχώρησα εἰς αὐτοὺς μόνον καὶ μόνον ἴνα ἀποφύγω τὴν, ἔμμεσον ἔστω, κοινωνίαν μετὰ τῶν αἱρετικῶν οἰκουμενιστῶν.
—Ουδαμώς ὅμως ἀπέφυγες τὴν κοινωνίαν μετ' ἄλλης αἱρέσεως ! Ὃ ἰσχυρισμὸς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ὄτι η μεταβολὴ τοὖ ἡμερολoγίου ἐστέρησε τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Χάριτος, δὲν εἶνε ἁπλή ἀνοησία, ὡς ἐχαρακτηρίσθη ἀνωτέρω ὑπό σου. Εἶνε βαρύτατη βλασφημία καὶ αἵρεσις.
—Αλλ’ ἔγω δὲν πιστεύω αὐτὰ τὰ πράγματα.
—Κοινωνείς ὅμως μετ' ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι πιστεύουσι ταὖτα.
Τι νὰ πράξω; ἀναγκάζομαι νὰ ἀνέχωμαι αὐτοὺς κατ' οἰκονομίαν.
—Και τότε διατὶ δὲν ἠνείχεσο, κατ' οἰκονομίαν ἔστω, τοὺς Ἐπισκόπους της Ἑλλάδος, οἵτινες ἐκοινώνουν μετὰ τοὖ Πατριάρχου;
—Εκείνος:........... .
—Έγώ: Βλέπεις εἰς ποίαν ἀντινομίαν ὡδηγήθης; Ἀναγνωρίζεις ὄτι οι -πλεῖστοι τῶν Ἐπισκόπων της Ἑλλάδος εἶνε Ὀρθόδοξοι. Ἀρνεῖσαι ὄμως τήν μετ' αὐτῶν κοινωνίαν, ἐπειδὴ οὗτοι κοινωνοὖν μετὰ τοὖ Πατριάρχου. Οὕτω δὲν δέχεσαι οὔτε ἔμμεσον καν κοινωνίαν μὲτ οἰκουμενιστων. Δέχεσαι ὅμως ἄμεσον, ἀμεσωτάτην κοινωνίαν μετὰ προσώπων κηρυσσόντων ἄλλου εἴδους αἵρεσιν. Ὅτι ἡ σωτηρία ἐξαρτᾶται ἐκ τῶν ἡμερολογίων!!! Ποῖον τὸ κέρδος σου;;;
Ἀλλά καὶ πάλιν, μὴ νομίσης ὄτι ἀπέφυγες τὴν ἔμμεσον κοινωνίαν μετὰ τῶν οἰκουμενιστῶν.
—Ἐκεῖνος: Πῶς συμβαίνει αὐτό;
—Ἐγώ: Ἀκουσον, ταλαίπωρον θύμα ἐπιτηδείων προπαγανδιστῶν: Οἱ Παλαιοημερολογίται κραυγάζουν μέχρι διαρρήξεως τῶν πνευμόνων, ὅτι καὶ μόνη ἡ συμπροσευχὴ ἠμῶν μετὰ τοὖ Πατριάρχου καὶ τῶν ἄλλων ὁμοφρόνων αὐτῶ καθιστὰ ἡμᾶς ὁμοίους πρὸς αὐτούς, ἔστω καὶ ἅν δὲν πιστεύομεν ὅσα κηρύττουσιν αὐτοί. Νὰ ἤσαν τουλάχιστον συνεπεῖς πρὸς τὴν θέσιν αὐτῶν ταύτην! Ἀλλά ποὺ συνέπεια!... Μετάβηθι, φίλτατε, εἰς τινα Ἡσυχαστήρια τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ἰδιαιτέρως ἐν Λυκοβρύσει Ἀττικῆς, θὰ ἴδης αὐτοκίνητα ὁλόκληρα ἀποβιβάζοντα Νεοημερολογίτας, ἴνα ἐκκλησιασθοὖν ἐκεῖ ἐν ὥρα Λειτουργίας! (Ἔχω ἄκουσει ὅτι οἱ ἐκκλησιαζόμενοι κατὰ Κυριακὴν ἐκεῖ Νεοημερολογίται εἶνε πολὺ περισσότεροι τῶν Παλ/τῶν!). Τὸ Περιοδικὸ μάλιστα τοὖ ἐν λόγω Ἡσυχαστηρίου ποιεῖται κατὰ καιροὺς ἐκκλήσεις πρὸς τοὺς «προσκυνητᾶς», τοὺς ἐπιθυμοὖντας νὰ ἐκκλησιασθούν ἐν αὐτῶ, ὅπως προσέρχωνται σεμνῶς ἐνδεδυμένοι τόσον οἱ ἄνδρες ὅσον καὶ αἳ γυναῖκες καὶ τὰ παιδία. Δὲν λέγει νὰ μὴ προσέρχωνται κάν Νεοημερολογίται. Ὄχι! Τὸ μόνον, τὸ ὁποίον τονίζει καὶ εἰς τὸ ὅποιον ἀρκεῖται εἶνε ἡ ἀποφυγή της ἀπρεποὖς ἐνδυμασίας. Ὑπαρχούσης αὐτῆς, οὐδὲν ἄλλο ἐξετάζεται. Ὑπαρχούσης αὐτῆς, οἱ Νεοημερολογίται εἶνε λίαν εὐπρόσδεκτοι εἰς συνεκκλησιασμόν καὶ συμπροσευχήν. Γνωρίζω δὲ οὐκ ὀλίγας περιπτώσεις Παλαιοημερολογιτῶν Ἱερέων δεχομένων ἄνευ ὅρων εἰς τὰ Μυστήρια τῆς ἐξομολογήσεως, ἀκόμη δὲ καὶ τῆς Θ. Κοινωνίας, Νεοημερολογίτας. Ἔχομεν δηλαδὴ
προσφορὰν Μυστηρίων εἰς πρόσωπα, τὰ ὁποῖα εἰς ἄλλας στιγμάς χαρακτηρίζονται ὓπ' αὐτῶν τῶν ἡγετῶν τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ὡς μακράν τῆς ἀληθείας καὶ τῆς σωτηρίας ὄντα, ἐπειδὴ εὑρίσκονται ἐν τὴ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία κοινωνεῖ μετὰ τοὖ Πατριάρχου. Δηλαδή, κυκεὼν καὶ τραγέλαφος!
Λοιπόν, ἀφοὖ οἱ ὁμόφρονες σοὶ συμπροσεύχωνται καὶ κοινωνοὖν μεθ' ἠμῶν τῶν συμπροσευχομένων καὶ κοινωνούντων μετὰ τοὖ Πατριάρχου, σὺ ἔχεις καὶ πάλιν ἔμμεσον κοινωνίαν μετὰ τοὖ Πατριάρχου! Τί ἐκέρδησας λοιπόν; Καὶ τὴν ἔμμεσον κοινωνίαν μετὰ τῶν οἰκουμενιστῶν δὲν ἀπέφυγες καὶ εἰς ἄμεσον κοινωνίαν μετὰ προσώπων κηρυσσόντων ἄλλου εἴδους αἵρεσιν ὠδηγήθης!...
Αὐτὰ ἐλέχθησαν τότε μετὰ τοὖ νέου ἐκείνου. Ἀντιγράφω ταὖτα, ἴνα συναγάγης, ἀγαπητὲ π. Νικόδημε, ὠρισμένα συμπεράσματα.
Καὶ ἤδη σύντομοι τινες ἀπαντήσεις εἰς τὰ ἐρωτήματά σου:
1. Ὑπῆρξε μεγάλη «γκάφα» τοὖ Φιλάρετου ἡ ἀναγνώρισις τῶν ἐν Ἑλλάδι Παλαιοημερολογιτῶν. Μᾶλλον ἔπεσε θύμα κακῶν εἰσηγήσεων. Ἔφθασεν εἰς τὰς ἄκοάς μου πληροφορία τὶς ὅτι ἐκ τῶν ὑστέρων, γνωρίσας τοὺς ἐν Ἑλλάδι Παλαιοημερολογίτας, ἔχει μεταμεληθῆ δι’ ὅ,τι ἐπραξεν. Ὃ καιρὸς ὅμως θὰ δείξη. Πιστεύω ὅτι θὰ σημειωθοὖν ἐξελίξεις...
Δι’ ἐμέ πάντως, ὁ ὁποῖος πιστεύω ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος πᾶν ἄλλο ἡ αἱρετικὴ εἶνε, ἡ ἀπόφασις τῆς Συνόδου τοὖ Φιλάρετου οὐ μόνον οὐδὲν κύρος ἔχει, ἄλλα καί, ὡς ἀποτελοὖσα ἀντικανονικωτάτην ἐπέμβασιν εἰς τὰ ἐσωτερικὰ ἄλλης ὁμοδόξου Ἐκκλησίας, δημιουργεῖ κανονικᾶς εὐθύνας διὰ τὴν εἰρημένην Σύνοδον.
2. Ἂν ὁ Φιλάρετος, ἐπίστευεν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε πέσει εἰς αἵρεσιν, τότε ἠδύνατο νὰ παρέμβη ἐν αὐτή. Ὄφειλεν ὅμως ὄχι νὰ ἀναγνώριση τους Παλαιοημερολογίτας, οἱ ὁποίοι δὲν εἶνε μὲν οἰκουμενισταί, ἀλλά καὶ αὐτοὶ κηρύσσουν ἄλλου εἴδους αἵρεσιν, ὡς προείπον (ὅτι ἡ σωτηρία ἐξαρτᾶται ἐκ τῶν... Ἡμερολογίων καὶ τῶν ἑορτολογίων), ἄλλα νὰ χειροτόνηση ἐξ ἀρχῆς Ἱερεῖς (ἡ καὶ Ἐπισκόπους) διὰ τὸ πλήρωμα τῆς Ἑλλαδικῆς ἐκκλησίας. Οἱ ἐν λόγω Ἱερεῖς ἤδυναντο νὰ ἀκολουθοὖν τῷ παλαίω ἡμερολογίω, δὲν θὰ ἐκήρυσσον ὅμως τὸ ὡς ἄνω αἱρετικὸν φρόνημα, θὰ ἐδέχοντο δὲ εἰς κοινωνίαν καὶ πιστοὺς ἀκολουθοὖντας τῷ νέω ἡμερολογίω, ὡς ἀκριβῶς πράττει καὶ ὃ Φιλάρετος.
3. Ἡ παροὖσα κατάστασις (συμπροσευχαί, νεωτερισμοὶ κ.τ.τ ) δὲν δικαιολογεῖ τὸ «ὑπερόριον». Μόνον ἡ πτῶσις ἐκκλησίας τινὸς εἰς αἵρεσιν παρέχει δικαίωμα εἰς ὑπερορίους Ἐπισκόπους νὰ παρέμβουν.
4. Ἂν μία Σύνοδος Ὀρθόδοξος καταδικάση τινά, δὲν δύναται ἄλλης τοπικῆς Ἐκκλησίας Σύνοδος νὰ ἀθωώση αὐτόν. Ἂν δὲ συμβῆ τοὖτο, ἡ δευτέρα ἀπόφασις εἶνε ἄκυρος. Δηλαδή: Ἂν Κληρικὸς τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καταδικασθῆ ὓπ' αὐτῆς καὶ προσφυγὴ εἰς ἄλλην Ἐκκλησίαν, π.χ. εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Σερβίας, καὶ ζητήση νὰ κριθῆ ὓπ' αὐτῆς, ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας θὰ ἀπορρίψη τὴν ἀξίωσιν αὐτοὖ, δηλοὖσα ὅτι αὔτη εἶνε τελείως ἀναρμόδιος, τῆς ἁρμοδιότητος ὑπαρχούσης εἰς μόνην τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος. Ἂν δὲ τυχὸν δεχθῆ τὸ αἴτημα ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας καὶ κρίνη αὐτὴ τὸν εἰρημένον Κληρικόν, ἡ ἀπόφασις αὐτῆς, ὡς παρὰ Κανόνας ἐκδοθεῖσα, εἶνε ἄκυρος παντή, δημιουργεῖ δὲ καὶ κανονικᾶς εὐθύνας.
Ἂν τὰ παραπτώματα τοὖ Κληρικοὖ αὐτοὖ δὲν εἶνε κωλυτικᾶ τῆς ἱερωσύνης καὶ βραδύτερον μετανοήση δι’ αὐτά, τότε ἡ μόνη δυναμένη νὰ ἀποκαταστήση αὐτὸν εἶνε πάλιν ἡ ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Οὐδέποτε ἐπιτρέπεται ἐπέμβασις μίας Ὀρθοδόξου ἐκκλησίας εἰς τὰ ἐσωτερικὰ ἑτέρας.
Ἄλλως, ἐννοεῖται, ἔχει τὸ πράγμα ἅν μία Τοπικὴ Ὀρθόδοξος ἐκκλησία αἰτήσηται παρ' ἄλλης ἡ παρ' ἄλλων τὴν βοήθειαν αὐτῶν διὰ τὴν λύσιν ἑνὸς ἐσωτερικοὖ αὐτῆς ζητήματος. Σότε δὲν πρόκειται περὶ αὐθαιρέτου ἐπεμβάσεως, ἄλλα περὶ ἀδελφικῆς συμπαραστάσεως.
Μόνον Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ὡς ὑπέρτατη ἀρχή, δύναται νὰ παρέμβη εἰς τὰ ἐσωτερικὰ Τοπικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ νὰ ρυθμίση ταὖτα κατὰ τὴν κρίσιν αὐτῆς. Δύναται π.χ. κληρικὸς μίας Τοπικῆς Ἐκκλησίας (καὶ μάλιστα Προκαθήμενος αὐτῆς), φρονῶν ὅτι κατεδικάσθη ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας αὐτοὖ ὅλως ἀδίκως καὶ παρὰ τοὺς Κανόνας, νὰ καταφύγη δι’ ἐκκλήσεως πρὸς τὰς ἄλλας Τοπικᾶς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας καί, διεκτραγωδῶν τὴν ἄδικον περιπέτειαν αὐτοὖ, νὰ ζητήση ἀπόδοσιν δικαιοσύνης. Ἂν αἱ ἄλλαι Ἐκκλησίαι εὕρωσι βάσιμα τὰ παράπονα αὐτοὖ, δύνανται νὰ φθάσουν μέχρι συγκλήσεως Μεγάλης Συνόδου, τῆς ὁποίας ἡ ἀπόφασις θὰ εἶνε ὑποχρεωτικὴ δι’ ἅπαντας. Μονομερὴς παρέμβασις μίας Τοπικῆς
Ἐκκλησίας εἰς τὰ ἐσωτερικὰ ἄλλης εἶνε ἀπαράδεκτος. Ταὖτα πάντα, ἐννοεῖται, προκειμένου περὶ Τοπικῶν ἐκκλησιῶν Ὀρθοδόξων καὶ οὐχὶ αἱρετικῶν.
5. Ἡ λέξις «ἄκυρον», προκειμένου περὶ Μυστηρίων, ἄλλοτε μὲν χαρακτηρίζει τὰ τελείως ἀνυπόστατα (ἤτοι ἀνύπαρκτα) Μυστήρια καὶ ἄλλοτε τὰ ὑποστατὰ μέν, ἀλλ’ ἀντικανονικῶς τελεσθέντα. Ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ἐννοίας, τὴν ἀποίαν ἑκάστοτε δίδομεν εἰς τὴν λέξιν «ἄκυρον».
6. «Ζηλωτὴς» ἐπιστρέφων δύναται ἐπιεικῶς νὰ γένηται δεκτὸς καὶ δι’ ἁπλῆς Ἐξομολογήσεως ἐνώπιόν του Πνευματικοὖ. Ἂν εἶνε Κληρικός, θὰ ζητήση παρὰ τοὖ Ἐπισκόπου τὴν ἀποκατάστασιν αὐτοὖ διὰ τῆς κανονικῆς διαδικασίας. Ἡ μεταβολὴ Παρατάξεων «κάθε τόσο» δεικνύει προφανῶς ἀστάθειαν. Ἀτυχῶς δὲ τοὖτο εἶνε σύνηθες εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας.
7. Ἀναμφιβόλως δὲν δύναται τὶς «νὰ εἶνε καὶ μὲ τοὺς μὲν καὶ μὲ τοὺς δέ». Ἄλλο ζήτημα, ἄν, οἰκονομία χρώμενος, ἀνέχεται τους δέ, ἐλπίζων νὰ σύρη τελικῶς αὐτοὺς εἰς τὴν εὔθειαν ὁδόν.
8. Ἂν τὶς εἶνε λίαν ἁπλοὺς ὥστε νὰ μὴ ἀντιλαμβάνηται πράγματα τινὰ καὶ δὲν ἐμμένη εἰς τὰς ἐσφαλμένας θέσεις αὐτοὖ ἐξ οἰήσεως, πείσματος κ.τ.τ., ἀλλ’ ἐξ
ἁπλότητος, εἶνε δυνατὸν νὰ ἔχη Χάριν Κυρίου πλουσίαν. Τὰ κρίματα τοὖ Θεοὖ εἶνε ἀνεξερεύνητα.
Ὑπῆρξαν καὶ περιπτώσεις, κατὰ τὰς ὁποίας σοφοὶ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας περιέπεσαν εἰς πλάνας. Ὁ εἰς καρδίαν ὅμως καὶ ὄχι εἰς πρόσωπον βλέπων Θεὸς δὲν ἔκρινεν αὐτοὺς ἀναξίους της εὐνοίας Αὐτοὖ. Ὁ μέγας Γρηγόριος, ὁ τῆς Νύσσης Ἐπίσκοπος, δὲν ἦτο ἀπηλλαγμένος δογματικῶν πλανῶν. Καὶ ὅμως εἶνε ἅγιος καὶ Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπίσης καὶ ὁ θεῖος Διονύσιος Ἀλεξανδρείας, θεολόγων περὶ Υἱοὖ, δὲν ἐξεφράσθη μετὰ δογματικῆς ἀκριβολογίας, δι’ ὃ καὶ ἔδωκεν, ἀθελήτως, πολλὰ ἐπιχειρήματα εἰς τοὺς ἀρειανούς, οἱ ὅποιοι καὶ ἐπεκαλοὖντο αὐτόν. Τούτου ἕνεκεν ἠναγκάσθη ὁ Μ. Ἀθανάσιος νὰ γράψη ὁλόκληρον πραγματείαν περὶ τοὖ Ἁγίου Διονυσίου, ἴνα δικαιολογήση τὰς δογματικῶς ἀστόχους ἐκφράσεις αὐτοὖ.
9. Ἀγαθᾶς σχέσεις μετὰ «ζηλωτῶν» δυνάμεθα νὰ ἔχωμεν. Μυστήρια ὅμως ἐξ αὐτῶν δὲν εἶνε ἐπιτετραμμένον νὰ λαμβάνωμεν. Ἂν ἔχουν οὗτοι, ὡς γράφεις, κοινωνίαν μετὰ τῆς ἐκκλησίας ἠμῶν, τότε μεταβάλλεται ἡ κατάστασις. Ὑπάρχουν ὅμως «ζηλωταὶ» κοινωνοὖντες μετὰ τῆς ἡμετέρας ἐκκλησίας;
10. Ἀτυχῶς δὲν εἶνε εὔκολος ἡ ἐπαναφορὰ τοὖ παλαιοὖ ἡμερολογίου ἐν τὴ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Ἴσως δὲν εἶνε καν δυνατή. Ἄλλα καὶ ἅν ἦτο, μὴ φαντασθῆς ποτε ὅτι οἱ Παλαιοημερολογὶται θὰ ὑπετάσσοντο πάντες πλέον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Οἱ πλεῖστοι ἐκ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Κληρικῶν ἐπιθυμοὖν ἀσυδοσίαν καὶ οὐδέποτε θὰ ἔστεργον νὰ τεθῶσιν ὑπὸ ζυγὸν καὶ ὑπὸ ἔλεγχον. Θὰ εὕρισκον χίλια ἑπτὰ «ἐπιχειρήματα» ἴνα δικαιολογήσουν τὴν ἐμμονὴν αὐτῶν εἰς τὴν ἀνταρσίαν. (Θὰ ἔλεγον π. χ. ὅτι εἶνε Μασῶνοι οἱ Ἐπίσκοποι καὶ τὰ τοιαὖτα. ) Γνωρίζω καλῶς πολλοὺς Κληρικοὺς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν... Ἡγέτης τὶς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἔλεγε μοὶ πρὸ ἐτῶν: «Δὲν τολμῶ νὰ βάλω οὔτε δέκα ἥμερες ἀργία σὲ κληρικό μου. Θὰ πᾶνε στοὺς ἄλλους, μοὖ λέγουν» (δηλαδὴ εἰς τὴν ἄλλην Παράταξιν). Ἐξ αὐτοὖ ἀντιλαμβάνεσαι ποία διάθεσις κανονικῆς πειθαρχίας ὑπάρχει εἰς τοὺς Κληρικοὺς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, πλὴν τινων ἐξαιρέσεων...
11. Αἱ θέσεις τῆς «Ἐπιστολιμαίας Διατριβῆς» ἰσχύουν ἒφ' ὅσον ἡ Ἐκκλησία ἠμῶν εἶνε Ὀρθόδοξος καὶ ὄχι αἱρετική. Σὸ νὰ «ὑγιαίνη» ἔχει πολλὴν εὐρύτητα. Ἀπόλυτον ὑγείαν (κανονικήν, διοικητικήν, ἤθικην κ.λ.π. ) δὲν δυνάμεθα νὰ ζητῶμεν παρὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοὖ αὐτὴ σύγκειται ἐξ ἀτελῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων. εὔκταιον θὰ ἦτο νὰ ὑγιαίνη ἐν παντί. Ἀλλ’ εἶνε τοὖτο δυνατόν; Ἄρκει λοιπὸν νὰ εἶνε ἐκκλησία Ὀρθόδοξος καὶ οὐχὶ αἱρετική. Ἔγω δὲ πολὺ ἀπέχω ἀπὸ τοὖ νὰ χαρακτηρίσω τὴν Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὡς... Αἱρετικήν!!! Ἂν ἄλλοι εἶνε εὔκολοι εἰς τὴν ἀνάληψιν τοιούτων τρομακτικῶν εὔθυνων (νὰ χαρακτηρίζωσι δηλαδὴ ὡς αἱρετικὴν μίαν Ὀρθόδοξον Σοπικὴν Ἐκκλησία), ἅς προχωρήσωσι...
12-13. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἀναμφιβόλως δὲν πρέπει νὰ συμπροσεύχωνται ἡ ἄλλως πὼς νὰ ἔχουν θρησκευτικὴν κοινωνίαν μετὰ τῶν αἱρετικῶν (Παπικῶν, Διαμαρτυρομένων κ.λπ. ). (Τὸ αὐτὸ ἰσχύει καὶ προκειμένου περὶ σχισματικῶν). Ἂν τὶς ὅμως συμπροσεύχηται (ἡ ἄλλως πὼς κοινωνῆ) μεθ' αἱρετικῶν, εἶνε μὲν παραβάτης τῶν ἱερῶν Κανόνων καὶ ἄξιος ἐκκλησιαστικῶν ποινῶν, δὲν εἶνε ὅμως αὐτομάτως καὶ αἱρετικός. Ἐνδέχεται νὰ πιστεύη Ὀρθοδόξως, νὰ ἀποδοκιμάζη πάσαν ἐτεροδιδασκαλίαν, ἄλλα νὰ μὴ θεωρῆ κακὸν τὰς μεθ' ἑτεροδόξων θρησκευτικᾶς ἐπαφᾶς. Ὃ τοιοὖτος εἶνε, ἐπαναλαμβάνω, δεινὸς παραβάτης τῶν ἱερῶν Κανόνων, ἄλλα δὲν εἶνε αἱρετικός.
Ἂν ὅμως δὲν ἄρκηται εἰς τοὖτο, ἄλλα καὶ κηρύσση αἱρετικὰ φρονήματα, τότε ἔχει ἄλλως τὸ πράγμα. Τότε εἶνε αἱρετικός. Αἱρετικὸς δὲ εἶνε, ἒφ' ὅσον κηρύσσει αἱρετικὰ φρονήματα, ἔστω καὶ ἅν δὲν ἔχη οὐδεμίαν κοινωνίαν μετ' ἄλλων αἱρετικῶν.
Ἀλλ’ οἱ αἱρετικοὶ εἶνε δύο εἰδῶν: Ἐκεῖνοι, τοὺς ὁποίους ἡ ἐκκλησία ἐδίκασε καὶ κατεδίκασε καὶ ἀπέκοψε ἐκ τοὖ Σώματος αὐτῆς, καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὅποιοι οὔτε κατεδικάσθησαν ἀκόμη ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας οὔτε ἐξῆλθον αὐτοβούλως ἐξ αὐτῆς, ἄλλα διατελοὖν ἀκόμη ἐντός της ἐκκλησίας. Μία τοιαύτη περίπτωσις εἶνε ἡ περίπτωσις τοὖ Πατριάρχου. Ὃ Πατριάρχης Ἄθηναγορας ἔχει κηρύξει αἱρετικὰ φρονήματα. Οὔτε κατεδικάσθη ὅμως εἰσέτι ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας οὔτε ἀπεκήρυξεν αὐτὸς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἐξῆλθεν ἐξ αὐτῆς. Παραμένει καὶ ἐνεργεῖ ἐντός της ἐκκλησίας. Συνεπῶς εἶνε ἀκόμη ἀγωγὸς Χάριτος. Τελεῖ Μυστήρια. Ἠμεῖς τί δυνάμεθα νὰ πράξωμεν;
α') Νὰ προσευχώμεθα ὑπὲρ ἀνανήψεως καὶ μετανοίας αὐτοὖ.
β') Νὰ διαμαρτυρώμεθα κατ' αὐτοὖ καὶ νὰ ἀγωνιζώμεθα. Ἂν δὲ ἡ συνείδησις τινος δὲν ἀνέχηται νὰ μνημονεύη τοὖ ὀνόματος αὐτοὖ, ἔχει τὸ δικαίωμα, προβαίνων ἔτι περαιτέρω, νὰ παύση τὸ μνημόσυνον αὐτοὖ, συμφώνως τῷ ΙΕ’ Κανόνι τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Τοὖτο ὅμως εἶνε το ἔσχατον βῆμα, εἰς τὸ ὁποῖον δύναται νὰ προχώρηση, ἅν θέλη νὰ μὴ εὑρεθῆ εἰς σχίσματα καὶ εἰς ἀνταρσίας. Παύων δηλαδὴ τὸ μνημόσυνον, δὲν θὰ μνημονεύη ἑτέρου Ἐπισκόπου (ἐκτὸς ἅν πιστεύη ὅτι ὅλη ἡ ἐκκλησία ἠμῶν ἐπεσεν εἰς αἵρεση!), ἄλλα θὰ ἀναμένη, ὡς προέγραψα, ἐν τὴ «Ἐπιστολιμαία Διατριβή» μου, μετ' ἠρέμου συνειδήσεως τὴν κρίσιν Συνόδου.
Ἕτερον πρόβλημα: Οἱ παύοντες τὸ μνημόσυνον πῶς θὰ φέρωνται πρὸς τοὺς κοινωνοὖντας μετὰ τοὖ Πατριάρχου; Οἱ κοινωνοὖντες μετὰ τοὖ Πατριάρχου εἶνε δύο κατηγοριῶν: α') Οἱ ὁμόφρονες αὐτῶ (ὡς ὃ Ἀμερικῆς Ἰάκωβος, ὃ Χαλκηδόνος Μελίτων κ.λ.π. ) καὶ β') οἱ μὴ συμφωνοὖντες αὐτῶ (ὡς πάντες σχεδὸν οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος). Ἔναντι τῶν πρώτων θὰ φέρωνται ὅπως καὶ ἔναντί του Πατριάρχου. Ἔναντι ὅμως τῶν δευτέρων, ἔστω καὶ ἅν οὗτοι κοινωνοὖν μετὰ τοὖ Πατριάρχου ἡ τῶν ἄλλων, δὲν δύνανται νὰ φέρωνται ὁμοίως. Δὲν δύνανται δηλαδὴ νὰ φθάσουν μέχρι παύσεως τοὖ μνημόσυνου αὐτῶν. Δὲν ἐπιτρέπεται, κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, ἀποφυγή τῆς μετ' αὐτῶν κοινωνίας. Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες παρέχουν δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου τοὖ αἱρετικᾶς διδασκαλίας κηρύσσοντος Ἐπισκόπου ἡ Πατριάρχου. Δὲν παρέχουν ὅμως δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου καὶ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι, Ὀρθόδοξοι ὄντες, ἀνέχονται αὐτόν.
Μεγάλη προσοχὴ εἰς τὸ σημεῖον τοὖτο! Ὀφείλομεν νὰ διακρίνωμεν μεταξὺ τῶν δύο καταστάσεων: Ἄλλο ὁ κηρύσσων αἱρετικὰ φρονήματα καὶ ἄλλο ὃ Ὀρθοδόξως φρονῶν καὶ διδάσκων, ἀλλὰ, κατ' οἰκονομίαν, ἀνεχόμενος τὸν πρῶτον καὶ κοινωνῶν μετ' αὐτοὖ.
Ἐπίσης: Ἄλλο ὃ κηρύσσων μὲν αἱρετικὰ φρονήματα, ἀλλὰ μὴ ἐξελθῶν ἐκ τῆς Ἐκκλησίας, μηδὲ ἀποκοπεῖς ὓπ' αὐτῆς, καὶ ἄλλο ὁ ἐξελθῶν αὐτοβούλως ἐκ τῆς Ἐκκλησίας (καὶ ἱδρύσας ἰδίαν «Ἐκκλησίαν» ἡ προσχωρήσας εἰς ἑτέραν τοιαύτην, αἱρετικὴν ἡ σχισματικήν), ἡ ἀποκοπεῖς ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας, κατόπιν δίκης καὶ καταδίκης. Μετὰ τοὖ δευτέρου πᾶς Ὀρθόδοξος ὀφείλει νὰ μὴ ἔχη οὐδεμίαν κοινωνίαν. Ἡ μετὰ τοὖ πρώτου ὅμως κοινωνία (μέχρι τῆς καταδίκης αὐτοὖ) ἀφίεται ὑπὸ τῶν ἱερῶν Κανόνων εἰς τὴν ἐλευθέραν κρίσιν ἑκάστου Ὀρθοδόξου πιστοὖ.
Ἔχομεν δηλαδὴ δικαίωμα, παρεχόμενον ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, νὰ παύσωμεν τὸ μνημόσυνον αὐτοὖ, δὲν εἴμεθα ὅμως ὑποχρεωμένοι νὰ πράξωμεν οὕτω. Κατ' ἀκολουθίαν, ἅν τίς, χρησιμοποιῶν τὸ δικαίωμα αὐτοὖ, παύση τὸ μνημόσυνον, καλῶς ποιεῖ καὶ δὲν πρέπει νὰ ἐλέγχηται ὑπὸ τῶν ἄλλων. Ἂν ἕτερος, σταθμίζων διαφόρους παράγοντας, κρίνη ὅτι δὲν πρέπει νὰ χρησιμοποιήση τὸ κανονικὸν δικαίωμα αὐτοὖ, ἄλλα νὰ ἀναμένη τὴν «Συνοδικὴν διάγνωσιν», δὲν εἶνε ἀξιόμεμπτος, οὔτε, πολλῶ μᾶλλον, ἄξιος ἀκοινωνησίας! Ἐν τῷ σημείω τούτω δύναται τὶς νὰ ἐφαρμόση, προσηρμοσμένους πῶς, τοὺς λόγους τοὖ Παύλου: «Ὁ μνημονεύων τὸν μὴ μνημονεύοντα μὴ ἐξουθενείτω καὶ «ὁ μὴ μνημονεύων τὸν μνημονεύοντα μὴ κρινέτω» (βλέπε Ρωμαίους Ἰδ' 3).Τότε, θὰ εἴπης, ποῖον τὸ κέρδος ἠμῶν ἐκ τῆς ἀποφυγῆς του μνημοσύνου τοὖ Πατριάρχου, ἀφοὖ θὰ ἔχωμεν κοινωνίαν μετὰ τοὖ Ἐπισκόπου Δρυϊνουπόλεως π. χ. , ὁ ὁποῖος μνημονεύει τοὖ Πατριάρχου; Δὲν μολυνόμεθα οὕτω, κοινωνοὖντες ἐμμέσως τῷ κηρύσσοντι αἱρετικὰ φρονήματα;
Ἀλλ’ ἡ διακοπὴ τοὖ μνημοσύνου, «πρὸ Συνοδικῆς διαγνώσεως» καὶ καταδίκης, δὲν ἔχει τὴν ἔννοιαν ἀποφυγῆς μολυσμοὺ ἐκ τῆς κηρυττομένης αἱρέσεως! Ὄχι, ἀδελφέ μου! Ἂν εἶχεν αὐτὴν τὴν ἔννοιαν, τότε οἱ Κανόνες δὲν θὰ παρεῖχον ἁπλῶς δικαίωμα παύσεως μνημόσυνου δι’ αἵρεσιν «πρὸ Συνοδικῆς διαγνώσεως», ἀλλά θὰ ἐθέσπιζον ρητὴν καὶ σαφῆ ὑποχρέωσιν μετ' ἀπειλῆς βαρυτάτων ποινῶν ἐν ἐναντία περιπτώσει.
Ἡ διακοπὴ μνημόσυνου δι’ αἵρεσιν «πρὸ Συνοδικῆς διαγνώσεως» ἔχει ἄλλην ἔννοιαν. Ἀποτελεῖ ἔντονον, ἄλλα καὶ ἐσχάτην διαμαρτυρίαν τῆς Ὀρθοδόξου συνειδήσεως, παρέχει μίαν διέξοδον διὰ τοὺς σκανδαλιζομένους, ἅμα δὲ καὶ σκοπεῖ εἰς τὴν δημιουργίαν ἀναταραχῆς, ὥστε ἡ ἐκκλησία νὰ ἐπισπεύση τὴν ἐκκαθάρισιν τῆς καταστάσεως.
Δὲν ὑπάρχει κίνδυνος νά... μολυνθῶμεν, οὔτε μνημονεύοντες τοὖ Πατριάρχου (ἐφ' ὅσον ἀκόμη δὲν κατεδικάσθη), οὔτε, πολλῶ μᾶλλον, δεχόμενοι εἰς κοινωνίαν τοὺς μνημονεύοντας αὐτοὖ. Τὰ ἀντιθέτως λεγόμενα εἶνε ἀνόητοι «ζηλωτισμοί».
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων δὲν ἐμολύνθη καίτοι ἔλαβε χειροτονίαν ἐπισκοπικὴν παρὰ τοὖ Μητροπολίτου Καισαρείας Ἀκακίου, ὁ ὁποῖος ἦτο μὲν δεδηλωμένος ἀρειανὸς (καὶ μάλιστα ἀρχηγὸς μίας μερίδος τῶν ἀρειανῶν), ἀλλ’ ἀκόμη διετέλει καὶ ἐνήργει ἐντός της Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος ἀνατόλιος ἐχειροτονήθη καὶ αὐτὸς ἐπίσκοπος (καὶ μάλιστα Πατριάρχης Κῶν/πόλεως) παρὰ τοὖ Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Διοσκόρου, ὁ ὁποῖος ἦτο μὲν μονοφυσίτης καὶ μέγας προστάτης τοὖ αἱρεσιάρχου Εὐτυχοὖς, ἀλλὰ δὲν εἶχεν ἀκόμη καταδικασθῆ ὑπὸ τῆς Δ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἂν λοιπὸν δὲν μολύνη οὕδ' αὔτη ἡ χειροτονία παρ' Ἐπισκόπων, κηρυσσόντων μὲν αἱρετικὰ φρονήματα, ἀλλὰ μήπω Συνοδικῶς καταδικασθέντων, παραμενόντων δ' ἀκόμη ἐντός της Ἐκκλησίας, πολλῶ μᾶλλον δὲν μολύνει τὸ μνημόσυνον αὐτῶν καὶ ἀκόμη περισσότερον δὲν μολύνει ἡ κοινωνία μετὰ προσώπων ἀνεχομένων οἰκονομικῶς αὐτοὺς καὶ διατηρούντων τὸ μνημόσυνον αὐτῶν.
Οἱ Παλαιοημερολογίται, «μὴ νοοὖντες μήτε ἃ λέγουσι μήτε περὶ τίνων διαβεβαιοὖνται», ἰσχυρίζονται τὰ ὅλως ἀντίθετα. (Ὅρα καὶ βιβλίον θεοδωρήτου Μαύρου. ) Ἀλλὰ τότε καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι εἶνε μεμολυσμένοι. Διατί; Διότι, ὡς προεῖπον, καὶ αὐτοί, παρὰ τὰς θεωρητικᾶς διακηρύξεις αὐτῶν, ἢ μᾶλλον, ἐν κραυγαλέα καὶ τραγικὴ ἀντιθέσει πρὸς αὐτᾶς, δέχονται ἐν τὴ πράξει εἰς κοινωνίαν (συμπροσευχὴν καὶ παροχὴν Μυστηρίων) πρόσωπα ἀνήκοντα εἰς τὴν ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, ἤτις ἔχει κοινωνίαν μετὰ τοὖ Πατριάρχου! Ὁπότε;;;
Ἂν ἤθελον νὰ εἶνε συνεπεῖς, ἔπρεπε νὰ μὴ δέχωνται οὔτε ἐν μέλος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐκκλησιασθῆ (ἥ, πολλῶ μᾶλλον, νὰ ἐξομολογηθῆ ἢ νὰ κοινωνήση) παρ' αὐτοὶς, ἅν προηγουμένως δὲν ἐδήλου τοὖτο ὅτι ἀποχωρεῖ ἐκ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ προσχωρεῖ ἐν μετάνοια εἰς αὐτούς. Αὐτοὶ ὅμως, ἀδεῶς καὶ ἀδιστάκτως, συνεκκλησιάζονται, συμπροσεύχονται καὶ συμμετέχουν Μυστηρίων μετὰ πλήθους Νεοημερολογιτῶν ἐν τοῖς Παλαιοημερολογιτικοῖς Ναοῖς καὶ μάλιστα τοῖς τοιούτοις ἐνίων Ἡσυχαστηρίων.
Εἶνε αὐτὰ πράγματα ἠθικῆς συνεπείας; Εἶνε πράγματα ἠθικῶς ἐπιτετραμμένα; Εἶνε πράγματα κανονικῶς δεκτά; Εἶνε, ἐπὶ τέλους, πράγματα τίμια; θὰ εἰποὖν ἴσως, ὅτι πράττουν τοὖτο κατ' οἰκονομίαν. Ἄλλα τότε διατὶ νὰ δημιουργῶμεν σχίσματα καὶ διαιρέσεις καὶ κατατμήσεις καὶ πληγᾶς εἰς τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας; Ἂν πρόκειται, μεταβαίνων τὶς εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας, νὰ συμπροσεύχηται καὶ πάλιν μετὰ τῶν κοινωνούντων τῷ Πατριάρχη, διατὶ νὰ μὴ μείνη ἐν τὴ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀνεχόμενος, κατ' οἰκονομίαν, καὶ τὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς ὁμόφρονας αὐτῶ; Οὕτω μάλιστα θὰ ἀνέχηται οἰκονομικῶς μίαν αἵρεσιν: Τὸν οἰκουμενισμόν. Ἐνῶ, μεταβαίνων εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας, θὰ ἀνέχηται δύο. Τὸν οἰκουμενισμὸν (ἒφ' ὅσον οἱ Παλαιοημερολογὶται συμπροσεύχονται μετὰ Νεοημερολογιτῶν, κοινωνούντων τῷ οἰκουμενιστὴ Πατριάρχη,) καὶ τὸν Ἑλληνικὸν Παλαιοημερολογιτισμόν, κηρύσσοντα τὴν αἵρεσιν ὅτι τὰ ἡμερολόγια καὶ τὰ ἑορτολόγια εἶνε ὄροι σωτηρίας!...
Λέγω «Ἑλληνικὸν Παλαιοημερολογιτισμόν», διότι δὲν προτίθεμαι νὰ καταδικάσω αὐτὸ τοὖτο τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον, ὅπερ ἀκολουθοὖν τόσαι Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι, ἀλλά τὰς αἱρετικάς ὑπερβολάς εἰς τὰς ὁποίας ἀφρόνως κατήντησαν οἱ Ἕλληνες Παλαιοημερολογὶται. Δι’ αὐτὸ δέ, πλὴν ἄλλων λόγων, φοβοὖμαι καὶ τρέμω διὰ τὰς ἀνταρσίας καὶ τὰ σχίσματα. Ὁ κλῆρος τῶν περισσοτέρων αὐτὸς εἶνε: Τελικῶς καταντοὖν εἰς ὑποστήριξιν θέσεων αὐτόχρημα αἱρετικῶν!Ταὖτα, πολυφίλητε π. Νικόδημε, εἶχον γράψαι σοὶ τὲ καὶ τὴ ἱερὰ καὶ θεοφιλεῖ Συνοδεία σου. Ἔγραψα δ' ἐκ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας» (Β΄ Κορινθίους Β΄ 4). Ἡ ὅλη κατάστασις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶνε σήμερον λίαν θλιβερά. Ἴσως τελικῶς δὲν θὰ ἀποτραποὖν μεγάλαι περιπέτειαι.
Πρόσχωμεν! Ἐν ταπεινώσει, ἐν προσευχή, ἐν νηστεία, ἐν κατανύξει, ζητήσωμεν παρὰ τοὖ Κυρίου φωτισμὸν πῶς δεῖ ἠμᾶς περιπατῆσαι ἐν τοῖς ἐπερχομένοις. Διπλοὺς ὁ κίνδυνος τῆς Ἐκκλησίας: Ἔνθεν ὁ σατανοκίνητος Οἰκουμενισμὸς καὶ ἐκεῖθεν ὁ ψυχώλεθρος Υανατισμός, ὁ ὀδηγῶν τελικῶς εἰς φρικαλέας βλασφημίας καὶ αἱρέσεις καὶ ἐπισκοτίζων τὴν ἀλήθειαν. Υοβηθῶμεν ἀμφότερα καὶ ἀμφότερα φύγωμεν. Οὐκ ἐκκλινοὖμεν οὔτε δεξιὰ οὔτε ἀριστερά. Μέση καὶ βασιλικὴ ὀδῶ πορευσόμεθα. Αὔτη δ' ἐστίν ἡ τῆς ἀκηράτου Ὀρθοδοξίας ὁδός, ἤτις καὶ ἀκριβείας φύλαξιν οἶδε καὶ οἰκονομίας ἐπίδειξιν οὐκ ἀγνοεῖ. Χαῖρε, ἀδελφέ. Καὶ πάλιν ἐρῶ, χαῖρε! Χαῖρε, ἐν μέσω πάσης θλίψεως καὶ πάσης ὀδύνης. Ἰησοὖς γὰρ «παρεδόθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἠμῶν καὶ ἠγέρθη διὰ τὴν δικαίωσιν ἠμῶν» (Ρωμαίους Δ' 25).
Δεήθητε δὲ πάντες ἐκτενῶς καὶ ὑπὲρ τῆς ἐμῆς ἀθλιότητος, ὅτι ἐν ποικίλω ἀγῶνί εἰμι. Ἐν παντὶ θλίβομαι. «Ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι» (Β΄ Κορινθίους Ζ 5. Ἴδε ἑρμηνείαν Π. Τρεμπέλα).
Πρόθυμος πάντοτε διὰ πάσαν ἐξυπηρέτησιν καὶ ἐπικαλούμενος πάντων ὑμῶν τὰς εὐχάς, διατελῶ μετὰ βαθείας ἐν Χριστῷ Ἰησοὖ τῷ Κυρίω ἠμῶν ἀγάπης καὶ τιμῆς.


Πηγή: Ἐπιφανίου Ι. Θεοδωροπούλου Ἀρχιμανδρίτου
ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΖΗΛΩΤΙΣΜΟΣ
Ἔκδοσις Ἱεροὖ Ἡσυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζῆνος


   

   Εδώ, ο μακαριστός π. Επιφάνιος , αναιρεί τίς πλάνες τών Παλαιοημερολογιτών , καθώς καί τού νεο « ζηλωτή » Ευθυμίου Τρικαμηνά , περί τής δήθεν, υποχρεωτικής διακοπής τής εκκλησιαστικής κοινωνίας , όχι μόνο μετά τού οικείου Επισκόπου , αλλά καί μέ ολόκληρη τήν Εκκλησία , επειδή , δήθεν μολύνεται από τούς Οικουμενιστές ( καθαρός Προτεσταντισμός ) !!! 
   Τίς αιρέσεις  περί '' Υποχρεωτικής διακοπής τού μνημοσύνου '' καί περί '' Μολυσμού '' από τίς συμπροσευχές καί κακόδοξες δηλώσεις ορισμένων Επισκόπων τής Εκκλησίας , τίς επινόησαν οί Παλαιοημερολογίτες , επειδή ξεσκεπάσαμε τήν απάτη τού πλαστογραφημένου τούς  Σιγγιλίου , στό οποίο στήρίξαν τήν απόσχισή τούς τό 1924 ! Από τήν αίρεση αυτή, τού ''Μολυσμού'', προκύπτει καί η αίρεση τής ''Αποτείχισης από όλη τήν Εκκλησία''.'' Αφού Μολύνεστε, είστε υποχρεωμένοι να Αποτειχιστείτε '' μάς λένε εδώ καί δεκαετίες οί « ΓΟΧ » .
    Πουθενά όμως δέν αναφέρεται ''υποχρέωση'', παρά μόνο τό προαιρετικό δικαίωμα τής διακοπής τού μνημοσύνου τού, αιρετικά διδάσκοντος Επισκόπου καί μόνον.

 
   Λέγει ο κανὼν ΙΕ΄ τῆς ΑΒ΄ Συνόδου:
 
   «…Οἱ γὰρ δι’ αἵρεσίν τινα παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτούς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι τὴν αἵρεσιν δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ ἐκκλησίαις διδάσκοντος, οἱ τοιούτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, άλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ Ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδὲπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».


Ἑρμηνεία ὑπὸ ἁγίου Νικοδήμου (βλ. Ἱερὸν Πηδἀλιον):
   «… Ἐάν δὲ οἱ ῥηθέντες πρόεδροι εἶναι αἱρετικοί, καὶ τὴν αἵρεσιν αὐτῶν κηρύττουσι παῤῥησίᾳ, καὶ διὰ τοῦτο χωρίζονται οἱ εἰς αὐτοὺς ὑποκείμενοι, καὶ πρὸ τοῦ νὰ γένῃ ἀκόμη συνοδικὴ κρίσις περὶ τῆς αἱρέσεως ταύτης, οἱ χωριζόμενοι αὐτοί, όχι μόνον διὰ τὸν χωρισμὸν δὲν καταδικάζονται, ἀλλὰ καὶ τιμῆς τῆς πρεπούσης, ὡς ὀρθόδοξοι, εἶναι ἄξιοι, ἐπειδή, ὄχι σχίσμα ἐπροξένησαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μὲ τὸν χωρισμὸν αὐτόν, ἀλλὰ μᾶλλον ἠλευθέρωσαν τὴν Ἐκκλησίαν ἀπὸ τὸ σχίσμα καὶ τὴν αἵρεσιν τῶν ψευδεπισκόπων αὐτῶν».
   Όπως είδαμε μέσα από τό ίδιο τό Ιερόν Πηδάλιον , ο ιε΄ κανών τής Α΄ καί Β΄ συνόδου , ουδαμώς επιτρέπει αποτείχιση από ολόκληρη τήν Εκκλησία ! Όλα τά υπό τών αποσχιστών , εναντίως λεγόμενα είναι '' προφάσεις έν αμαρτίαις '' !
    Η χρησιμοποίηση τού όρου '' Αποτείχιση '' από τούς , πάσης φύσεως « ζηλωτές » είναι εντελώς παραπλανητικός , καθ΄ ότι αυτοί εννοούν '' Απόσχιση '' από ολόκληρη τήν Εκκλησία , πράγμα πού δέν επιτρέπει ο ιε΄ κανών τής Α΄ καί Β΄ συνόδου , τόν οποίο αυτοί κακώς επικαλούνται !
   Τέλος , η διόρθωση τού ημερολογίου γιά τήν οποία αποσχίστηκαν οί Παλαιοημερογίτες από τήν παγκόσμιο Εκκλησία Τού Χριστού δέν αποτελεί αίρεση . Συνεπώς , κατά τόν ιε΄ κανόνα τής Α΄καί Β΄συνόδου , η απόσχισις τών Παλαιοημερολατρών ήταν , είναι καί θα είναι παράνομη .


Μέ τήν ευλογία τού Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος
τού οποίου κτήτωρ είναι ο μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος .


Άλλο σχετικό θέμα : Π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος . Η Αποτείχιση από ολόκληρη τήν Εκκλησία είναι αίρεση .


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...